Θεόδωρος Κουτρούκης *
Γράφει το…Skandaliariko Pipini: προς μια νέα μορφή δημόσιου διαλόγου;
Η συμμέτοχη με έκφραση γνώμης στο δημόσιο διάλογο απαιτούσε πάντοτε μια κάποια τόλμη γιατί εκθέτει το συγγραφέα σε μερικούς κινδύνους (να ενοχλήσει, να θίξει, να γίνει «κακός»). Πριν την έλευση του διαδικτύου τα κείμενα δεν είχαν συνήθως ανάδραση (πλην ίσως κάποιων τηλεφωνικών ή επιστολικών παρεμβάσεων) κι επιδρούσαν μόνο στον αναγνώστη αλλά όχι στο συγγραφέα. Επίσης, ο περιορισμένος αριθμός και χώρος των εφημερίδων και περιοδικών, δημιουργούσε εκ των πραγμάτων ένα φιλτράρισμα στα κείμενα που δημοσιεύονταν κι ανεξάρτητα από το είδος των κριτηρίων υπήρχε μια διαδικασία επιλογής.
Γράφει το…Skandaliariko Pipini: προς μια νέα μορφή δημόσιου διαλόγου;
Η συμμέτοχη με έκφραση γνώμης στο δημόσιο διάλογο απαιτούσε πάντοτε μια κάποια τόλμη γιατί εκθέτει το συγγραφέα σε μερικούς κινδύνους (να ενοχλήσει, να θίξει, να γίνει «κακός»). Πριν την έλευση του διαδικτύου τα κείμενα δεν είχαν συνήθως ανάδραση (πλην ίσως κάποιων τηλεφωνικών ή επιστολικών παρεμβάσεων) κι επιδρούσαν μόνο στον αναγνώστη αλλά όχι στο συγγραφέα. Επίσης, ο περιορισμένος αριθμός και χώρος των εφημερίδων και περιοδικών, δημιουργούσε εκ των πραγμάτων ένα φιλτράρισμα στα κείμενα που δημοσιεύονταν κι ανεξάρτητα από το είδος των κριτηρίων υπήρχε μια διαδικασία επιλογής.
Η έλευση του διαδικτύου έδωσε τη
δυνατότητα σε αναγνώστες να σχολιάζουν τα δημοσιευμένα κείμενα και στο συγγραφέα τη
δυνατότητα να λαμβάνει κρίσεις και σχόλια που θα του επέτρεπαν να βελτιώσει την
προσέγγιση του. Αυτή η εξέλιξη υποτίθεται ότι βοηθά το δημόσιο διάλογο
ενισχύοντας τις θέσεις και απόψεις του κειμένου με ένα είδος ανατροφοδότησης.
Η επόμενη
φάση της εξέλιξης σχετίζεται με την δυνατότητα που ορισμένοι ιστότοποι παρείχαν
στους αναγνώστες τους να σχολιάζουν ανώνυμα ή με ψευδώνυμα (π.χ. trelliara
troteza, afiniasmenos epivitor, vrikolakas tou Brahamiou, satrapis, timoros twn
politikwn, zeta xepeta και άλλα ευφάνταστα) τα δημοσιευμένα κείμενα.
Με αυτόν
τον τρόπο η διαδραστική σχέση εδραιώθηκε. Σε πολλές περιπτώσεις οι αναγνώστες τίμησαν
την δυνατότητα τους να δημοσιεύουν την άποψη τους συμβάλλοντας με αξιοπρέπεια
και σοβαρότητα στο δημόσιο διάλογο. Ωστόσο, υπήρχαν κι οι εξαιρέσεις. Μια
μερίδα αναγνωστών διείδε στη δυνατότητα ψηφιακής αλληλεπίδρασης μια θαυμάσια ευκαιρία
για ανώνυμη εκτόνωση απωθημένων κι εξάσκηση των «γαλλικών» τους σε πολυποίκιλα
–κι ενίοτε αγοραία- ύφη (ξέρετε, ο αξιοθαύμαστος εκείνος ηρωισμός της ανωνυμίας)
και να συνδράμουν την αυτογνωσία των αρθρογράφων: οι τελευταίοι μπόρεσαν να
μάθουν από τους –πάντα ανώνυμους-
αναγνώστες πόσες σωματικές μειονεξίες έχουν, πόσο λωποδύτες είναι, πόσο
ανεπαρκείς για την επαφή με τη σύζυγο τους, κατά πόσο και με πόσα χρήματα
δωροδοκούνται και άλλα τινά.
Το
τελευταίο στάδιο του δημόσιου λόγου σύγχρονου τύπου εμφανίστηκε με την ανάπτυξη
των blogs. Εξαιρουμένων των bloggers που προτίμησαν την παράδοση
της ενυπόγραφης κατάθεσης απόψεων, σύντομα γιγαντώθηκε ένα είδος ανώνυμης κειμενογραφίας,
που ακολούθησε την παράδοση των παλαιών ραδιοπειρατών. Η ανώνυμη κατάθεση
απόψεων, όπως ήταν φυσικό, επιλέχθηκε για να αποφύγει διάφορα νομικά εμπόδια
στην ελευθεροστομία, να αποσιωπήσει τη διασύνδεση του γράφοντος με το θέμα που
πραγματεύεται, να αποφύγει το θεσμικό πλαίσιο του δημοσιογραφικού επαγγέλματος
και, τέλος, να προσδώσει ένα μεγαλύτερο κύρος στην άποψη , το οποίο ίσως θα
εκμηδενίζονταν, αν ο συγγραφέας αποκάλυπτε την ταυτότητα του.
Το πιο
εντυπωσιακό στοιχείο της εξέλιξής αυτής εμφανίστηκε όταν πλέον ξεκίνησε ο
διάλογος μασκοφόρων μεταξύ του ανώνυμου συγγραφέα και των ψευδώνυμων
αναγνωστών, ένας διάλογος που ήταν τύποις αμφίδρομος αλλά –προφανώς- κανένας
δεν είχε πια καμία ευθύνη για αυτό που έλεγε.
Ενδεχομένως
έχουμε πολλά ακόμη να δούμε τα επόμενα χρόνια στο πεδίο των δημόσιων
διαξιφισμών. Ας μη λησμονούμε όμως ότι η ελευθερία στη δημόσια έκφραση γνώμης
ανέρχεται στο πάνθεο των αρετών του φιλελεύθερου πολιτεύματος, μόνον όταν
συνοδεύεται από την υπευθυνότητα του συγγραφέα για εκείνα που υπογράφει.
Συγκεφαλαιώνοντας, μπορούμε μάλλον να είμαστε βέβαιοι πως όταν ο Ιάκωβος Μάγερ σημείωνε
ότι «η δημοσίευση είναι η ψυχή της δημοκρατίας» (η γνωστή ρήση που κοσμεί την
αίθουσα της ΕΣΗΕΑ) δεν είχε κατά νου τη δημόσια διαδικτυακή συζήτηση ανάμεσα
στο skandaliariko pipini και τον antimnimoniako fortigatzi.
* Επίκουρος Καθηγητής
Πανεπιστημίου Αιγαίου
Θεόδωρος Κουτρούκης
Με καρδιά λιονταριού
Ο Ιούλιος του 1974 είχε για
τα καλά προχωρήσει και τίποτε δεν έδειχνε πόσο μακρύ θα ήταν το καλοκαίρι. Τη
θερινή χαλαρότητα και τους αργόσυρτους ρυθμούς στο μικρό παραθαλάσσιο χωριό της
Ρούμελης, όπου παραθέριζε ο μικρός Ερμής με τους γονείς του, ήρθε να
συγκλονίσει μια είδηση. Οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Κύπρο. Έγινε κι επιστράτευση.
Το καμπανάκι του απότομου τερματισμού
των διακοπών χτύπησε δαιμονισμένα. Δεν ήταν καιρός για βουτιές. Όλη η χώρα ήταν
στο πόδι.
Το ταξίδι της επιστροφής για
τη Βόρεια Ελλάδα δεν ήταν ανέμελο, όπως τις προηγούμενες φορές. Λες από
ένστικτο, ο Ερμής δεν ζήτησε από τους αγχωμένους γονείς του να σταματήσουν στη
Γραβιά για να απολαύσει την αγαπημένη του μακαρονάδα με χωριάτικο κεφαλοτύρι. Το
ραδιόφωνο μετέδιδε έκτακτα δελτία ειδήσεων, αλλά το πιο εντυπωσιακό ήταν τα
τάνκς που, αγκομαχώντας στην παλαιά εθνική οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης, αγωνίζονταν
να φτάσουν στον Έβρο μια ώρα αρχύτερα. Μερικά από τα γερασμένα άρματα ήταν ήδη
σταματημένα στην άκρη του δρόμου κι έβγαζαν μαύρους καπνούς, αναμένοντας ίσως
κάποιο συνεργείο επισκευής. Φαίνεται ότι τα καλύτερα μοντέλα των τεθωρακισμένων
είχαν ξεχαστεί κάπου στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Στουρνάρη.
Το ταξίδι προς τη νύμφη του
Θερμαϊκού κάποτε τελείωσε. Πόσο διαφορετική ήταν η άλλοτε γαλήνια γειτονιά. Ο
κόσμος ανήσυχος. Συζητούσε για τις πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις. Η
καθημερινή βόλτα του Ερμή με τους φίλους του για το παιχνίδι στο κοντινό άλσος,
έκρυβε μια έκπληξη. Μέσα σε 5-6 πευκόφυτα στρέμματα ήταν κρυμμένοι δεκάδες
επίστρατοι. Μερικοί ήδη φορούσαν στρατιωτικά ρούχα, άλλοι διέθεταν ένα μέρος
της χακί στολής και οι υπόλοιποι ήταν ντυμένοι με πολιτική αμφίεση. Τα όπλα
ήταν ελάχιστα και μόνο δύο τρεις φαντάροι στις άκρες του άλσους μαρτυρούσαν ότι
επρόκειτο για πρόχειρο στρατόπεδο. Ο Ερμής πλησίασε τους στρατιώτες. Μερικοί
του πρόσφεραν καραμέλες βουτύρου και του χαμογελούσαν. Ίσως προσπαθούσαν να
κρύψουν την δική τους αγωνία. Στο γυρισμό είδε τον πατέρα να ξεφορτώνει τα
ψώνια από το μπακάλικο. Το πόρτ μπαγκάζ είχε σχεδόν ξεχειλίσει. Σίγουρα ήταν
μια ασυνήθιστη εικόνα για τα παιδικά του μάτια.
Μερικές ακόμη ημέρες κύλησαν.
Κανονικά ο Ερμής θα έπρεπε ήδη να αρχίσει να μελετά τα βιβλία της επόμενης
σχολικής χρονιάς και να λύνει ασκήσεις αριθμητικής σε βοηθητικά βιβλία
προετοιμασίας. Που καιρός για τέτοια! Η Ελλάδα προσπαθούσε να κερδίσει επτά
χαμένα χρόνια εκείνο το καλοκαίρι του 1974. Δεν είχε καλά καλά τελειώσει ο
Ιούλιος όταν με ένα γαλλικό αεροπλάνο έφτασε στην Αθήνα ένας κομψός κύριος με
πυκνά φρύδια. Οι Έλληνες τον υποδέχτηκαν με μεγάλο ενθουσιασμό. Ο Ερμής άκουσε αργότερα
από τους μεγαλύτερους ότι εκείνος είχε καταφέρει να κρατήσει με στιβαρότητα το
πηδάλιο της χώρας αυτές τις δύσκολες στιγμές και να φέρει τη δημοκρατία στην
Ελλάδα. Μα και πρωτύτερα για ελληνική δημοκρατία δεν μιλούσαμε, αναρωτιόταν ο
νεαρός.
Η απορία του λύθηκε μετά από
μερικές εβδομάδες. Είχε ήδη αρχίσει το σχολείο και ο Ερμής κλήθηκε να
επιδιορθώσει κάποιες από τις ατέλειες της προηγούμενης «δημοκρατίας». Αυτή τη φορά
η δασκάλα τον έστειλε μαζί με άλλους συμμαθητές στην αποθήκη με τα σχολικά
βιβλία. Πριν διανεμηθούν στους μαθητές έπρεπε να σκιστεί η πρώτη εσωτερική
σελίδα των βιβλίων, που απεικόνιζε ένα στρατιώτη με το όπλο επ’ ώμου και στο
φόντο ένα πουλί με ορθάνοιχτες φτερούγες που ξεπηδούσε μέσα από μια φωτιά.
Πόσες τέτοιες σελίδες έσκισε… Το γνώριμο μήνυμα των δασκάλων, ήταν ότι δεν
έπρεπε να κακομεταχειρίζεται τα βιβλία. Προφανώς υπάρχουν και εξαιρέσεις, σκεφτόταν
ο μικρός μαθητής.
Το φθινόπωρο του 1974 οι Έλληνες
ξεχύνονταν στους δρόμους σε πολιτικές συγκεντρώσεις, σε αμφιθέατρα και
διαδηλώσεις. Σε εκείνες τις λαοθάλασσες, που μεθούσαν από δημοκρατία, οι
πολιτικοί ηγέτες ηλέκτριζαν τα πλήθη, αλλά ο Ερμής δεν ήταν αρκετά ψηλός για να
δει τα μπαλκόνια, όπου στέκονταν οι αρχηγοί. Ωστόσο, ανάμεσα στα πόδια των
μεγάλων, με φόντο τα συνθήματα και τα πολιτικά τραγούδια μπορούσε να διακρίνει δεκάδες
πολύχρωμες προκηρύξεις ποικιλώνυμων οργανώσεων. Σε αντίθεση με την ασπρόμαυρη
επταετία, η Ελλάδα ήταν πλέον γεμάτη χρώματα, πολλά χρώματα.
Η Ελλάδα του όψιμου 1974
συζητούσε, διαρκώς συζητούσε. Σε εκείνα τα μικροαστικά σαλόνια μέσα στους
καπνούς και τους αμέτρητους καφέδες ακούγονταν καινούριες κουβέντες. Για το
Σύνταγμα της χώρας, το Βασιλιά, τη δίκη των πρωταγωνιστών του απριλιανού
πραξικοπήματος και για ένα σωρό άγνωστες λέξεις που είχαν όλες σχεδόν την ίδια
κατάληξη σε … -ισμός.
Ο νεαρός μαθητής κρυφάκουγε
τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και τους καυγάδες των μεγάλων. Δεν καταλάβαινε
πολλά. Ωστόσο, συνεπαρμένος από τις νέες ιδέες που ήρθαν να διαδεχτούν εκείνες
της Ελλάδας Ελλήνων Χριστιανών, καθισμένος στο πάτωμα, ανάμεσα στα πόδια
λιονταριού ενός παλιού τραπεζιού, ο Ερμής εμποτιζόταν με τις αξίες της
ελευθερίας, της δημοκρατίας, της συλλογικής δράσης, αξίες που ριζώθηκαν βαθιά
μέσα στην καρδιά του και την ετοίμασαν για τους αγώνες της δικής του γενιάς.
Μια καρδιά λιονταριού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου