Δεσμεύτηκα
να μην πω ονόματα αλλά αυτό δεν μου απαγορεύει να σας αφηγηθώ την ιστορία
σαν παραμύθι.
Μια φορά και ένα καιρό λοιπόν μια ελεγκτική Αρχή αποφάσισε να ελέγξει πόσο γνήσιες είναι οι φάβες Σαντορίνης που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά. Μα θα μου πείτε «υπάρχουν νοθευμένες φάβες Σαντορίνης»; Και βεβαίως υπάρχουν. Οι αγορές έχουν και κλεφταράδες (που θα έλεγε και ο πρόεδρος Χριστόφιας) και κυκλοφορούν χαλούμια Κύπρου που δεν είναι από την Κύπρο, Σαμιώτικα κρασιά που δεν είναι από την Σάμο και φάβες Σαντορίνης που δεν είναι από την Σαντορίνη. Το κέρδος των «κλεφταράδων» είναι προφανές. Παίρνουν ένα φτηνό προϊόν – πολλές φορές το εισάγουν κιόλας από μια τριτοκοσμική αγορά – το συσκευάζουν και το πωλούν σαν φημισμένο προϊόν.
Το κάνουν με τα λάδια, το κάνουν με τα ξύδια γιατί να μην το κάνουν και με την ξεχωριστή και ακριβή φάβα Σαντορίνης; Αυτή τη σκέψη έκανε η Αρχή και άρχισε να ψάχνει στα ράφια των σούπερ μάρκετ και τελικά εντόπισε εννιά διαφορετικές φάβες Σαντορίνης. Ως εδώ κανένα πρόβλημα. Θεωρητικά ο οποιοσδήποτε έμπορος μπορεί να πάει στην Σαντορίνη να αγοράσει φάβα, να την συσκευάσει, να την εξάγει ή να την διαθέσει στην ελληνική αγορά. Η Αρχή όμως δύσπιστη, πήρε δείγματα από τις 9 ξεχωριστές φάβες και άρχισε τις αναλύσεις γιατί ως γνωστόν και τα όσπρια (εκτός από τους Έλληνες) έχουν το DNA τους. Τα αποτελέσματα έκαναν και τους πιο αισιόδοξους ερευνητές να γονατίσουν.
Μια φορά και ένα καιρό λοιπόν μια ελεγκτική Αρχή αποφάσισε να ελέγξει πόσο γνήσιες είναι οι φάβες Σαντορίνης που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά. Μα θα μου πείτε «υπάρχουν νοθευμένες φάβες Σαντορίνης»; Και βεβαίως υπάρχουν. Οι αγορές έχουν και κλεφταράδες (που θα έλεγε και ο πρόεδρος Χριστόφιας) και κυκλοφορούν χαλούμια Κύπρου που δεν είναι από την Κύπρο, Σαμιώτικα κρασιά που δεν είναι από την Σάμο και φάβες Σαντορίνης που δεν είναι από την Σαντορίνη. Το κέρδος των «κλεφταράδων» είναι προφανές. Παίρνουν ένα φτηνό προϊόν – πολλές φορές το εισάγουν κιόλας από μια τριτοκοσμική αγορά – το συσκευάζουν και το πωλούν σαν φημισμένο προϊόν.
Το κάνουν με τα λάδια, το κάνουν με τα ξύδια γιατί να μην το κάνουν και με την ξεχωριστή και ακριβή φάβα Σαντορίνης; Αυτή τη σκέψη έκανε η Αρχή και άρχισε να ψάχνει στα ράφια των σούπερ μάρκετ και τελικά εντόπισε εννιά διαφορετικές φάβες Σαντορίνης. Ως εδώ κανένα πρόβλημα. Θεωρητικά ο οποιοσδήποτε έμπορος μπορεί να πάει στην Σαντορίνη να αγοράσει φάβα, να την συσκευάσει, να την εξάγει ή να την διαθέσει στην ελληνική αγορά. Η Αρχή όμως δύσπιστη, πήρε δείγματα από τις 9 ξεχωριστές φάβες και άρχισε τις αναλύσεις γιατί ως γνωστόν και τα όσπρια (εκτός από τους Έλληνες) έχουν το DNA τους. Τα αποτελέσματα έκαναν και τους πιο αισιόδοξους ερευνητές να γονατίσουν.