Τη Δευτέρα 5 Νοεμβρίου στο βιβλιοπωλείο μια ιδιαίτερη και επίκαιρη εκδήλωση. Με τη συμβολή αξιόλογων ομιλητών θα
προσεγγίσουμε με κριτική ματιά τις απόπειρες «αναβίωσης» του ιστορικού
παραδείγματος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη σημερινή πολιτική σκηνή της
Ελλάδας. Αυτές έχουν ως βασικό στόχο τη συσχέτιση των κοινωνικών αντιδράσεων
ενάντια στις πολιτικές λιτότητας με έναν πολιτικό εξτρεμισμό που απειλεί τη
Δημοκρατία της Μεταπολίτευσης, η οποία αναμένεται να ακολουθήσει τη μοίρα της
Γερμανίας του μεσοπολέμου, εκτός κι αν καταπολεμηθεί δραστικά η πολιτική ανομία
των «άκρων». Απέναντι σε αυτή την επιλεκτική χρήση της ιστορίας, θα
παρουσιάσουμε την έκδοση του ινστιτούτου Πουλαντζά Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ
ΚΑΙ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ “ΑΝΑΒΙΩΣΕΙΣ” ΤΗΣ με κείμενα που αναδεικνύουν τον ατελέσφορο,
επιστημονικά και πολιτικά, χαρακτήρα της αναζήτησης ιστορικών «αναλογιών» στη
σημερινή πολιτική πραγματικότητα με την πολιτική σκηνή της Βαϊμάρης.
Η «επιστροφή» στη Βαϊμάρη, αποδεικνύεται
σήμερα ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ φιλελεύθερων της Αριστεράς και της Δεξιάς. Τη
συναντάμε όλο και πιο συχνά στην αρθρογραφία της τελευταίας τριετίας (στα Νέα, την Καθημερινή, και πρόσφατα στην παρουσίαση του βιβλίου του Χάινριχ Βίνκλερ.
Στην «επιστροφή» αυτή είναι δύσκολο να δεις
κανείς κάτι διαφορετικό από μια σύγχρονη εκδοχή του ψυχροπολεμικού
αντιολοκληρωτισμού: ένα είδος «παμφασισμού» («κόκκινος και μαύρος
φασισμός»...), σύμφωνα με τον οποίο οι (ορθολογικές) δημοκρατίες, από τη
Βαϊμάρη μέχρι σήμερα, κινδυνεύουν από τα «(ανορθολογικά) άκρα», τα οποία και
εξισώνονται ταχυδακτυλουργικά ως
τέτοια. Στα
συμφραζόμενα αυτού του φιλελεύθερου-σοσιαλδημοκρατικού παμφασισμού, στη
βεβαιότητα δηλαδή ότι κάθε προσπάθεια ριζικής αλλαγής της κοινωνίας, απ’
οπουδήποτε προερχόμενη, φέρνει νομοτελειακά περισσότερο σκοτάδι από αυτό που
επιδιώκει να αντιμετωπίσει, συνηχούν, το μίσος για την ουτοπία του Διαφωτισμού
και της Επανάστασης, που έτρεφαν στοχαστές όπως ο Μπερκ (αξίζει να διαβάσει
κανείς επ’ αυτού τον «Αντιδιαφωτισμό» του Z. Sternhell), οι ψοφοδεείς γερμανοί
σοσιαλδημοκράτες που παρουσιάζει ο Βίνκλερ στο υπό συζήτηση βιβλίο του για τη
Βαϊμάρη, και, οποία σύμπτωσις, ο νεοσυντηρητισμός του 21ου αιώνα, που δυστυχώς
εκτείνεται πολύ πέραν της ακροδεξιάς.
Συγκρίνοντας την ελπίδα με την απελπισία
Ας μείνουμε, όμως, στο γερμανικό Μεσοπόλεμο.
Από τη μία πλευρά, η Ρόζα δηλώνει πως ό,τι συμβαίνει στη Ρωσία -η άνοδος,
δηλαδή, της τρομοκρατίας- είναι άρρηκτα δεμένο με την αδράνεια της γερμανικής
εργατικής τάξης και την πολιτική του γερμανικού ιμπεριαλισμού· από την άλλη, ο
Γιόζεφ Γκέμπελς «προειδοποιεί» τους γερμανούς ότι κάθε τους μάρκο προς τους
Σπαρτακιστές θα γίνει ρούβλια για τους ρώσους επαναστάτες («Φωνές από τη
Βαϊμάρη», σ. 53-58). Πώς γίνεται, λοιπόν, να ταυτίζονται αυτοί οι υπαρξιακά
διαφορετικοί; Πώς μπορεί να εξισώνεται το KPD -το κόμμα που, μετά τη φρίκη του
πολέμου, συγκεντρώνει την ελπίδα του κόσμου για την επικράτηση της
δικαιοσύνης-, με τους ναζί, το κόμμα της αντεπαναστατικής απελπισίας, όπως
προσφυώς τους ονόμασε ο Τρότσκι; Σε τελική ανάλυση: τι άλλο από παραχώρηση και
ευφημισμός για την ακροδεξιά είναι η εξίσωσή της με ό,τι φωτεινό συμβολίζει ο
γερμανικός κομμουνισμός της περιόδου 1918-1933 - με όλες του τις υποκειμενικές
αδυναμίες, το σεκταρισμό και, ενίοτε, τον τυχοδιωκτισμό του; Είναι, νομίζω,
εύστοχη η επιλογή του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου να βάλει στο επίκεντρο του
τομιδίου για τη Βαϊμάρη το κείμενο του «Σπάρτακου» και την ομιλία του Γκέμπελς
αντικρυστά· ηχηρότερο σαρκασμό του αντιολοκληρωτισμού από αυτόν, προσωπικά θα
δυσκολευόμουν να σκεφτώ.
Απόσπασμα από
κείμενο του Δημοσθένη – Παπαδάτου Αναγνωστόπουλου
Δημοκρατία της Βαϊμάρης
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ως Δημοκρατία
της Βαϊμάρης επεκράτησε, ως ιστορικός και πολιτικός όρος στη σύγχρονη
διεθνή βιβλιογραφία να εννοείται η (συμβατική) ονομασία του πολιτεύματος
της Γερμανίας από το 1919 έως την άνοδο
του Χίτλερ στη εξουσία το 1933. Κατά τη διάρκεια της
Δημοκρατίας της Βαϊμάρης το γερμανικόΡάιχ (εθνικό
κράτος) απαρτίζεται από 17 ομόσπονδα κρατίδια, το καθένα με δική του κυβέρνηση
και κοινοβούλιο, τα οποία εκπροσωπούνταν στο κεντρικό συμβούλιο. Το
σύνταγμα καθορίζει ένα πολιτικό σύστημα με στοιχεία της κοινοβουλευτικής και
της προεδρευόμενης δημοκρατίας. Το κοινοβούλιο είναι το λεγόμενο Ράιχσταγκ και η πρωτεύουσα το Βερολίνο.
Η πρώτη
αυτή γερμανική δημοκρατία πήρε το όνομά της από την πόλη Βαϊμάρη (Weimar), όπου συνήλθε η Γερμανική Εθνοσυνέλευση
για να δημιουργήσει ένα νέο Σύνταγμα μετά την κατάλυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.
Η
δημιουργία της δημοκρατικής αυτής κυβέρνησης είναι άμεση συνέπεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η κυβέρνηση αυτή,
που υπέγραψε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, αποτελούμενη από
σοσιαλιστές της αριστεράς, σοσιαλδημοκράτες και αντιπροσώπους του καθολικού
Κέντρου, πολύ γρήγορα βρέθηκε αντιμέτωπη με την κομμουνιστική εξέγερση
των Σπαρτακιστών του Βερολίνου, την οποία
κατέστειλε με βιαιότητα και δολοφόνησε τους ηγέτες της Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ (15 Ιανουαρίου 1919).
Σύνταγμα
της Βαϊμάρης
Καρπός ενός
συμβιβασμού μεταξύ των διαφόρων πολιτικών δυνάμεων, (Απρίλιος 1919), το
σύνταγμα αντιπροσώπευε ό,τι πιο προοδευτικό και δημοκρατικό μπορούσε να υπάρξει
εκείνη τη στιγμή. Έθετε επίσης με σαφήνεια τα όρια των διαφόρων εξουσιών και
περιείχε τις θεμελιώδεις διατάξεις που αφορούσαν την παιδεία, την κοινωνική
πολιτική, τις σχέσεις εργασίας κ.α. Ωστόσο, η οικονομική κρίση που αντιμετώπιζε
η Γερμανία, το πολεμικό χρέος που υποχρεωνόταν να καταβάλει και η διατήρηση των
οργάνων εξουσίας του παλαιού καθεστώτος μέσα στο σώμα της νέας δημοκρατίας
ευνοούσαν την αναβίωση του εθνικισμού και έφθειραν τα δημοκρατικά κόμματα. Οι
κυβερνήσεις που ακολουθούσαν ζούσαν υπό το βάρος του πληθωρισμού, τον οποίον
τροφοδοτούσε η πληρωμή των πολεμικών επανορθώσεων, ενώ οι δεξιοί εξαπέλυαν τραγική
σειρά δολοφονιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου