Τοποθέτηση για την Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων
του ειδικού χωροταξικού για τις υδατοκαλλιέργειες
Εισαγωγικά: Η αρμοδιότητα γνωμοδότησης για γενικά και ειδικά χωροταξικά είναι μια
από τις 13 αρμοδιότητες που μεταβιβάσθηκαν χωρίς καμμία αιτιολογία στην Επιτροπή
Περιβάλλοντος. Είναι θετικό ότι τελικά η γνωμοδότηση επέστρεψε στο Περιφερειακό
συμβούλιο, όπως προφανώς θα συμβεί και σε κάθε ανάλογη περίπτωση, αφού
πρόκειται για αρμοδιότητα ιδιαίτερα σημαντική.
Παρατηρήσεις
στην Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων: Η χωροταξική οργάνωση των
υδατοκαλλιεργειών έχει καθυστερήσει απαράδεκτα με αποτέλεσμα να έχουν
συσσωρευτεί ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα τις τελευταίες δεκαετίες. Έτσι ενώ με
την ορθή διαχείριση οι υδατοκαλλιέργειες αποτελούν ένα ωφέλιμο κλάδο του
πρωτογενή τομέα, η απουσία σχεδιασμού, κανόνων χωροθέτησης και ελέγχου στη
λειτουργία των μονάδων έχει προκαλέσει ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα και
αντιδράσεις. Το παρόν χωροταξικό είναι ένα ακόμη ειδικό χωροταξικό που όπως και
τα προηγούμενα που ξεκίνησαν από την περίοδο Σουφλιά, αποτυγχάνει να υπηρετήσει
τον τίτλο του. Όπως και τα προηγούμενα, (των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της
βιομηχανίας, του τουρισμού), το λεγόμενο «ειδικό χωροταξικό» περιορίζεται απλώς
στο να «θεσμοθετεί» τις επιλογές των επιχειρήσεων
του κάθε κλάδου. Το νομοσχέδιο στην πραγματικότητα «νομιμοποιεί» υφιστάμενες αυθαιρεσίες και
περιπτώσεις μονάδων οι οποίες όχι μονο
έχουν αδειοδοτηθεί με
αμφισβητούμενες μελέτες και ελλειπή τεκμηρίωση, αλλά συχνά έχουν
λειτουργήσει προβληματικά :
- με πολλαπλάσια
παραγωγή σε σχέση με την εγκριθείσα δυναμικότητα τους,
- με
κατάληψη μεγαλύτερων χώρων που τους επιβαρύνουν με διάφορα στερεά απόβλητα
εμποδίζοντας άλλες δραστηριότητες,
- παραμένουν
επι δεκαετίες στην ίδια θέση
- προκαλούν
σοβαρές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Το γεγονός ότι καμμία
απο τις παραπάνω παραμέτρους δεν έχει αποτιμηθεί δυσχεραίνει την ορθολογική επιβολή κανόνων
και μέτρων και αποδυναμώνει τη δυνατότητα ορθολογικού σχεδιασμού.
Η
ΣΜΠΕ για την οποία γνωμοδοτούμε σήμερα αποτελεί σε γενικές γραμμές μια απλή
έκθεση ιδεών και εγκυκλοπαιδικών πληροφοριών για τις υδατοκαλιέργειες, όπως
εξάλλου και το ίδιο το χωροταξικό. Και στα δύο κείμενα δεν αναφέρεται δεν
αναφέρεται πού βασίστηκαν τα τεχνικά μέτρα που αναφέρονται (βάθος, απόσταση
μεταξύ μονάδων κτλ.). Ενδεικτικά ο περιορισμός των 500 μέτρων απόστασης μεταξύ των μονάδων είναι πιθανότατα
εντελώς ανεπαρκής στις περισσότερες περιπτώσεις. Η μελέτη έχει ανατεθεί σε γραφεία μελετών
ιδιωτικών μονάδων και βασίσθηκε σε μελέτη που είχε εκπονηθεί για λογαριασμό του Σ.Ε.Θ. (Σύλλογος
Ελλήνων Θαλασσοκαλλιεργητών), δηλαδή από τους ίδιους τους επιχειρηματίες του
κλάδου. Συγκεκριμένα:
- Δεν υπάρχει καμία αποτίμηση
της υφιστάμενης κατάστασης και άρα της καταλληλότητας ή της
"ανοχής" του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
- Ενώ αναφέρονται αναλυτικά οι
προτεινόμενες περιοχές και οι δυναμικότητες σε τόνους ιχθύων, δεν υπάρχει καμία
απολύτως ποσοτική αναφορά στους ρύπους και τις επιπτώσεις τους
- Δεν υπάρχει περιγραφή του
μηχανισμού ελέγχου τήρησης των όρων
- Επιλέγονται περιοχές ήδη
επιβαρυμένες με εύκολη πρόσβαση ενώ δεν επιλέγονται δυσπρόσιτες περιοχές που θα
έπρεπε να αποτελούν προτεραιότητα. Δεν επιλέγεται για παράδειγμα καμμία θέση
στην ανατολική πλευρά της Εύβοιας (προς το Αιγαίο) όπου μπορεί να απαιτείται
πιο ακριβή εγκατάσταση αλλά ενδεχομένως η δυνατότητα ανανέωσης των νερών να
εξασφάλιζε ορθότερες περιβαλλοντικά και υγιεινολογικά συνθήκες. Επιλέγονται αντίθετα περιοχές που είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες
οικιστικά και τουριστικά, ενω συχνά φιλοξενούν και βαριές ρυπογόνες
βιομηχανικές μονάδες όπως στον Ευβοικό και τον Μαλιακό. Η σύγκρουση των χρήσεων
και οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες δεν απασχολούν ούτε το νομοσχέδιο
ούτε την υπό εξέταση ΣΜΠΕ.