Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Η ομιλία της φιλολόγου - υποψήφιας διδάκτορος, Μαρίας Κουσκούκη για το κάψιμο του Στειρίου και του Οσίου Λουκά από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής.

Σας καλωσορίζω κ εγώ με την σειρά μου στην εκδήλωση μνήμης για τα 71 χρόνια από το κάψιμο του Στειρίου και της Ιεράς Μονής Οσίου Λουκά από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής.
Πριν ξεκινήσω, θα ήθελα να συγχαρώ όλους τους Φορείς του Στειρίου για την σημερινή εκδήλωση. Ένα ιδιαίτερο όμως ευχαριστώ θα ήθελα να πω στον αντιδήμαρχο κ. Δημήτρη Λαγό για την μεγάλη τιμή που μου έκανε ζητώντας μου να μιλήσω εδώ σήμερα. Τον ευχαριστώ για την άψογη συνεργασία μας για μια ακόμη χρονιά. Είναι πολύ σημαντικό να ξέρεις ότι υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους μπορείς να συνεργαστείς χωρίς να χρειάζονται πολλά λόγια, με λίγες κουβέντες. Στις δύσκολες εποχές που ζούμε ίσως πρέπει να κατανοήσουμε ότι ακόμα και χωρίς πολλά μέσα, αρκεί η όρεξη, το μεράκι και η αγάπη για τον τόπο μας. Και τότε, ακόμα και σε ένα μικρό χωριό όπως το δικό μας, μπορούν να γίνουν μεγάλα και σημαντικά πράγματα.
Στην εξιστόρηση του χρονικού των γεγονότων εκείνης της περιόδου θα προσπαθήσω να είμαι πολύ προσεκτική  Η ιστορία της Κατοχής και της Αντίστασης είναι πρόσφατη ιστορία , η οποία συνεχώς αναθεωρείται, γράφεται και ξαναγράφεται, γιατί έρχονται στο φως νέα ιστορικά στοιχεία. Δεν επιχειρώ να μιλήσω με κάθε λεπτομέρεια για τα γεγονότα, ούτε να αποδώσω ρόλους πρωταγωνιστών ή κομπάρσων. Στόχο έχω να αναδειχθούν τα  γεγονότα και να τονιστεί η σημασία τους. Να αναδειχθεί το συλλογικό και όχι το ατομικό. Από την πλευρά μου, η εξιστόρηση θα βασιστεί αποκλειστικά σε γραπτές πηγές και μαρτυρίες, καθώς οι αφηγηματικές μαρτυρίες Στειριωτών που έζησαν τα γεγονότα θα προβληθούν σε βίντεο στη συνέχεια της εκδήλωσης.

Το 1939 ξεκινά ο Β΄Π.Π. Από τον Απρίλιο του 1941 (6 Απριλίου) η Ελλάδα βρίσκεται υπό γερμανική κατοχή. Η εισβολή έγινε από τον Βορρά, μέσω Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας. Από τις πρώτες μάχες στην ανατολική Μακεδονία και τη δυτική Θράκη, φάνηκε το μέγεθος της ελληνικής αντίστασης. Η προέλαση προς τη νότια Ελλάδα δεν άργησε. Στις 30 Απριλίου γερμανικά άρματα μάχης μπήκαν στην Αθήνα  και μέχρι το τέλος Μαϊου του 1940 οι Γερμανοί είχαν καταλάβει το σύνολο της χώρας.

          Από το 1941 που ιδρύθηκαν οι πρώτες αντιστασιακές ομάδες, πραγματοποιούσαν συνεχώς επιχειρήσεις εναντίον των κατοχικών δυνάμεων. Τα αντίποινα των Γερμανών στην Ελλάδα κατά τους πρώτους μήνες της κατοχής και τουλάχιστον ως τον Οκτώβρη του 1941,  είχαν ως στόχο την τρομοκράτηση του ελληνικού πληθυσμού και την πάταξη της δράσης των πρωτοεμφανιζόμενων αντιστασιακών ομάδων.Το 1942 και ακόμα περισσότερο το 1943, ο αντιστασιακός αγώνας εντάθηκε με σαμποτάζ, με συγκρούσεις μεταξύ ανταρτών και κατακτητών, με προκυρήξεις κτλ.
Σε αυτή τη φάση που διαρκεί μέχρι την αποχώρησή των γερμανικών στρατευμάτων οι Ναζί θέτοντας σε εφαρμογή τη χιτλερική αρχή της «αλληλέγγυας ευθύνης» διέπραξαν φρικιαστικά εγκλήματα με στόχο να κάμψουν το ελληνικό αγωνιστικό και αντιστασιακό φρόνημα, να σπείρουν τον τρόμο σε πόλεις και χωριά και να σβήσουν κάθε εστία αντίστασης. Τα αντίποινα παίρνουν τη μορφή εκκαθαριστικών επιχειρήσεων με σκοπό την ερήμωση και τον αφανισμό των χωριών εκείνων που αποτέλεσαν πηγές στρατολόγησης, καταφύγια συμμάχων, ορμητήρια αντιστασιακών και πηγές εφοδιασμού των ομάδων της αντίστασης Με μοναδική και πρωτοφανή βαρβαρότητα προχωρούσαν σε συλλήψεις, μαζικές εκτελέσεις και σφαγές αμάχων, κάψιμο πόλεων και χωριών ως αντίποινα για την αντίσταση που συναντούσαν σε διάφορες περιοχές. Από το καλοκαίρι του 1944, είναι πλέον εμφανή τα σύννεφα της ήττας στη ναζιστική Γερμανία, η οποία χάνει έναν  πόλεμο που η ίδια έχει προκαλέσει και  έχει ήδη αιματοκυλίσει την Ευρώπη.  Οι Γερμανικές στρατιές αποχωρούν σκοτώνοντας και υποχωρούν καίγοντας. 
Θύμα αυτής της θηριωδίας υπήρξε και το Στείρι, για το οποίο οι φασίστες κατακτητές είχαν την πληροφορία ότι πολλοί κάτοικοι του χωριού ήταν οργανωμένοι στο ΕΑΜ  και βοηθούσαν τον ΕΛΑΣ  στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας.
Θα μπορούσαμε ίσως να κάνουμε κάποιες υποθέσεις για τους λόγους για τους οποίους οι Γερμανοί κινήθηκαν αρκετές φορές στην ευρύτερη περιοχή του Στειρίου. Η περιοχη είχε κομβική σημασία, κάτι που γνώριζαν πολύ καλά οι Γερμανοί. Από την αρχή της κατοχής η περιοχή του Ελικώνα  ήταν πεδίο ρίψης όπλων και ασυρμάτων, αλλά και ο κύριος δρόμος μετακίνησης ανταρτών και στελεχών της Αντίστασης από την Αθήνα προς το βουνό. Επίσης, ήταν η κύρια οδός των Γερμανών για τη μεταφορά μεταλλευτικών προϊόντων ώστε να μετατραπούν σε πολεμοφόδια. (Ιδίως στα 1944 μεταφέρθηκαν από την Ελλάδα 50.000 τόνοι χρωμίου για την κατασκευή χάλυβα). Επίσης, ήταν και απαραίτητος χώρος διέλευσης σε μια ενδεχόμενη μετακίνηση γερμανικών στρατευμάτων στα άλλα μέτωπα του πολέμου όσο και η κύρια οδός διαφυγής σε περίπτωση υποχώρησης.  Για αυτό επιχείρησαν να ξεκαθαρίσουν την αντίσταση από τις γύρω περιοχές, να δημιουργήσουν προγεφυρώματα και να ελέγξουν τις διαβάσεις.
Το πρώτο τραγικό γεγονός στην περιοχή του Στειρίου συνέβη το 1943. Στις 26 Αυγούστου του 1943 οι Γερμανοί πλησιάζουν από αέρος το μοναστήρι του Οσίου Λουκά. Ο Λάππας αναφέρει: «[…]στις 26 Αυγούστου, κατά το μεσημέρι, τρία αεροπλάνα κάνανε βόλτες πάνω απ΄το μοναστήρι του Οσίου Λουκά. Οι καλόγεροι τα παρακολουθούσαν χωρίς να βάλουν κακό με το νου τους. Δεν άργησαν όμως τα αεροπλάνα να χαμηλώνουν. Σεισμός ανατάραξε συθέμελο το μοναστήρι. Τα γερμανικά αεροπλάνα είχαν αφήσει τις βόμβες τους να πέσουν πάνω στο βασιλομονάστηρο. Δικαιολογήθηκαν πως τάχα οι αντάρτες χρησιμοποιούσαν τον Όσιο Λουκά για νοσοκομείο…Δεκαπέντε βόμβες ρίξανε πάνω στο ακριβό αυτό βυζαντινό μνημείο. Καλά που οι πιο πολλές αστόχησαν κι η ζημιά δεν ήταν μεγάλη. Μερικά κελλιά γκρεμίστηκαν. Το καθολικό δεν το πέτυχε καμιά απ΄ τις βόμπες, γιατί τότε η ζημιά θα ήταν ανείπωτη![…]»
Για  τα γεγονότα εκείνης της ημέρας στο μοναστήρι, αλλά και για το κάψιμο του μοναστηριού την επόμενη χρονιά, είναι συγκλονιστική η επιστολή που έστειλε το ηγουμενοσυμβούλιο της μονής στον ιστορικό Τάκη Λάππα. Η επιστολή στάλθηκε στις 19 Αυγούστου 1945 και σήμερα φυλάσσεται στην μονή του Οσίου Λουκά. Διάβάζω το χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Την  26η Αυγούστου 1943 ημέρα Πέμπτην και ώρα 12.30 μεσημβρινή εβομβαρδίσθη η μονή υπό τριών γερμανικών αεροπλάνων ρίψαντα δεκαπέντε βόμβες εντός της Μονής, και γύροθεν της Μονής, εις την στέγην της εκκλησίας ευτυχώς δεν έπεσε βόμβα, συνετρίβησαν όμως άπαντα τα παράθυρα του Ναού καταπέσαντα εις τα κελλιά του Ιερομονάχου Γρηγορίου Γκίκα, Ιερομονάχου Ησαϊου Βιέννα και μοναχού Μιχαήλ Οικονόμου. Επροξενήθησαν ζημίαι, εις δε τα υπόλοιπα κελλία υπέστησαν ολιγοτέρας ζημίας ήτοι θύραι παράθυρα νταβάνια σοβαντίσματα κτλ άπαντα κατεστράφησαν. Ο βομβαρδισμός εγένετο εν ώρα μεσημερινού ύπνου, αφορμή ουδεμία εδόθη.[..] Κατά τον γενόμενον βομβαρδισμόν ουδείς εφονεύθη ή ετραυματίσθη». Στη συνέχεια της επιστολής οι μοναχοί αναφέρουν τον λόγο για τον οποίο οι Γερμανοί βομβάρδισαν το μοναστήρι. Φεύγοντας από την περιοχή μας, οι Γερμανοί κατευθύνθηκαν προς την Αθήνα. Στον δρόμο έκαψαν την Μονή Οσίου Σεραφείμ, βομβάρδισαν και έκαψαν τα χωριά Κούκουρα, Δομβραίνα, Θίσβη και Χόστια. Στη Δομβραίνα ήταν προσωρινός εφημέριος ο Ιερομόναχος της Μονής Οσίου Λουκά Γρηγόριος Γκίκας. Συνελήφθη και κατά την ανάκρισή του, όταν είπε ότι είναι από τον Όσιο Λουκά, τον ρώτησαν αν εκεί υπήρχε νοσοκομείο ανταρτών και ότι γι΄αυτόν τον λόγο βομβάρδισαν το μοναστήρι.
Σε λιγότερο από έναν χρόνο, οι Γερμανοί βρίσκονται ξανά στο Στείρι. Στις 10 Ιουνίου του 1944 ο 2ος λόχος του 1ου τάγματος του 7ου τεθωρακισμένου συντάγματος της αστυνομίας SS, υπό την αρχηγία του Fritz Lautenbach, διατάχτηκε να οδηγήσει τον λόχο του από την Λειβαδιά προς τα χωριά του  Διστόμου, του Στειρίου  και του Κυριακίου. Σκοπός αυτής της μετακίνησης ήταν ο  εντοπισμός ανταρτών στην δυτική πλευρά του Ελικώνα, σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν.
Πριν την κύρια φάλαγγα οι Γερμανοί είχαν χρησιμοποιήσει ένα δόλωμα, δύο προπορευόμενα επιταγμένα ελληνικά φορτηγά. Τα φορτηγά ήταν γεμάτα με στρατιώτες των SS μεταμφιεσμένων σε χωρικούς. Την ίδια στιγμή, άλλοι δύο λόχοι 3ου τάγματος (ο 10ος και 11ος λόχος) ξεκίνησαν από την Άμφισσα.
Ένα μέρος των Γερμανών κατευθύνθηκε μέσω του ελαιώνα του Οσίου Λουκά προς το Κυριάκι. Η πλειοψηφία των Γερμανών κατευθύνθηκε προς το Δίστομο για να συναντηθούν με τον 2ο λόχο. Η συνάντηση των τριών λόχων έγινε, χωρίς όμως να έχουν εντοπίσει αντάρτες, εκτός από 18 παιδιά κρυμμένα σε παρακείμενες στάνες, έξι από τα οποία εκτελέστηκαν όταν προσπάθησαν να δραπετεύσουν. Στη συνέχεια, κατευθύνθηκαν  προς το Στείρι, όπου είχαν πληροφορίες ότι βρίσκονταν αντάρτες. Ο 2ος λόχος κατευθύνθηκε άμεσα προς το Στείρι για να αιφνιδιάσουν τους αντάρτες, να βιαιοπραγήσουν, να λεηλατήσουν, να σκοτώσουν ακόμα και αμάχους με σκοπό να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό των γύρω περιοχών.  Στη θέση Λιθαράκι του Στειρίου συνάντησαν την ενέδρα που είχαν στήσει οι αντάρτες του 11ου λόχου του 3ου τάγματος του 34ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, σε υψώματα ανατολικά και βορειοανατολικά του δρόμου. Οι Γερμανοί δεν είχαν τη δυνατότητα κάλυψης, καθώς οι αντάρτες βρίσκονταν σε καίρια σημεία κι αμέσως άρχισαν να μετρούν απώλειες στο δυναμικό τους. Η μάχη του Στειρίου η οποία έληξε περίπου στις δύο το μεσημέρι, ήταν σκληρή και ανάγκασε τους Γερμανούς σε οπισθοχώρηση.
Κατά την οπισθοχώρησή τους οι Γερμανοί κατευθύνθηκαν στο Δίστομο, όπου για λόγους αντεκδίκησης προέβησαν στη σφαγή των κατοίκων που βρήκαν στο χωριό. Οι φρικιαστικές τους πράξεις σταμάτησαν μόνο όταν έπεσε το σκοτάδι, όταν και πλέον αναγκάστηκαν να πάρουν το δρόμο της επιστροφής για τη Λιβαδειά. Σε όλη τη διαδρομή τους ως τη Λιβαδειά εκτελούσαν όποιον άμαχο συναντούσαν στο δρόμο τους. Είναι χαρακτηριστική η οκτασέλιδη μαρτυρία του Ελβετού απεσταλμένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού George Wehrly η οποία μιλάει για 600 νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή.
Το Στείρι προσωρινά γλίτωσε, αλλά λίγες μέρες μετά, στις 24 Ιουνίου, οι Γερμανοί επέστρεψαν με δυνάμεις από την Άμφισσα και τη Λειβαδιά για να ολοκληρώσουν ότι είχαν αφήσει στη μέση δεκατέσσερις μέρες νωρίτερα. Γερμανική φάλαγγα από σαράντα αυτοκίνητα έφτασε στο χωριό. Οι Στειριώτες, βλέποντας την από μακριά, αποτραβήχτηκαν στο βουνό φοβισμένοι. Η σφαγή του Διστόμου είχε συμβεί 14 μέρες πριν.  Οι Γερμανοί έβαλαν φωτιά στο χωριό, η οποία έκαψε πολλά από τα σπίτια, καθώς και όλες τις θημωνιές που βρίσκονταν έτοιμες για αλώνισμα στα αλώνια. Οι γραπτές μαρτυρίες των Χρήστου Αθ. Πάστρα και Λουκά Γεωρ. Τράκη είναι χαρακτηριστικές: « Στις 24 Ιουνίου 1944 οι Γερμανοί κάνανε την τελευταία επιδρομή προς το Στείρι και το Κυριάκι. Οι Γερμανοί που ερχόντουσαν από την Άμφισσα περνώντας από την Αράχωβα επιτάξανε  μουλάρια μαζί με τους ιδιοκτήτες για την επιχείρηση τους εναντίον των κατοίκων του Στειρίου και του Κυριακίου. 
Ένα τμήμα Γερμανών κατευθύνθηκε προς το Κυριάκι από τον ελαιώνα του Οσίου Λουκά στην θέση Αϊλουκαΐτικο ή Σιδηροκαφκιό στην κοιλάδα του αρχαίου Φωκικού Μεδεώνα. Κοντά στο μεσημέρι εμφανίστηκε μια φάλαγγα Γερμανών στην θέση Βερβά Διστόμου. Οι αντάρτες του Ελλάς είχαν στρατοπεδεύσει στην θέση Κατουρλίθρες Στειρίου. Μόλις πήραν την πληροφορία για την εμφάνιση των Γερμανών ήλθαν στο χωριό και οχυρώθηκαν πάνω από τις αμυγδαλιές του Ν. Τσεκούρα ( Πορδάλα ) στην Σκαριτσά. Μόλις οι Γερμανοί έφτασαν στα πρώτα σπίτια του χωριού άρχισε η μάχη. Οι κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει το χωριό φοβούμενοι μήπως γίνει σφαγή όπως στο Δίστομο. Κατά την διάρκεια της μάχης κάηκαν οι θημωνιές στα Κάτω Αλώνια. Οι αντάρτες οπισθοχώρησαν και οι Γερμανοί εισήλθαν στο χωριό τοποθετώντας φυλάκια στο Προφήτη Ηλία. Από την θέση Αλωνάκια οι αντάρτες πάλι έβαλαν πυρ εναντίον των Γερμανών, στην συνέχεια οπισθοχωρώντας προς το Μεγάλο Χωράφι στη θέση  Κιάφα του Κατή δέχτηκαν βολές από  Γερμανούς από την θέση Λαζαρεΐκα και κατευθύνθηκαν προς το Βοστήνι. Στις 25 Ιουνίου οι Γερμανοί έβαλαν φωτιά στο χωριό και κάηκαν πολλά σπίτια του χωριού».  
Το κακό όμως δεν σταμάτησε εκεί. Φεύγοντας από το Στείρι οι Γερμανοί κατευθύνθηκαν προς το μοναστήρι του Οσίου Λουκά. Στο γράμμα των μοναχών στον Λάππα αναφέρεται ότι το μοναστήρι ήταν άδειο από καλογέρους, γιατί οι μοναχοί, έχοντας πληροφορηθεί τις φρικαλεότητες των Γερμανών λίγους μήνες νωρίτερα στα μοναστήρια του Μεγάλου Σπηλαίου και της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων αλλά κυρίως το μακελειό του Διστόμου, είχαν φύγει από το μοναστήρι και βρίσκονταν σε παρακείμενες κρυψώνες.
Οι Ναζί λεηλάτησαν τα κελιά, άφησαν ακαθασίες στον Ιερό Ναό πέταξαν καταγής τον άγιο άρτο που υπήρχε στην αγία τράπεζα και έβαλαν φωτιά στο κελί του Ιερομόναχου Προκόπιου Λάμπρου και στον ξενώνα. Πεισματωμένοι που δεν βρήκανε καλογέρους να τους βασανίσουν, ξέσπασαν στο Καθολικό του μοναστηριού. Το απόσπασμα του Τάκη Λάππα από το βιβλίο του » Ματοβαμμένες δάφνες της Ρούμελης» περιγράφει με γλαφυρότητα τη μανία με την οποία εισέβαλλαν στο μοναστήρι. Γράφει σχετικά: «Οι άνθρωποι της Βέρμαχτ μπήκανε στην εκκλησία και σκόρπισαν ΄δω και ΄κει ό,τι ιερά σκεύη βρήκανε και μικρά αγιοτικά εικονίσματα. Ύστερα δε σεβάστηκαν το μοναδικό αυτό βυζαντινό μνημείο , μα μαγαρίσαν σε διάφορες μεριές. Ούτε οι φανατισμένοι αλλόθρησκοι, οι Τούρκοι, δεν είχαν κάνει στα χρόνια της σκλαβιάς. Οι ιερόσυλοι Ναζί αφήσανε ένα δείγμα του πολιτισμού τους μέσα στην εκκλησιά του Οσίου Λουκά, στο «βασιλομονάστηρο» αυτό της Βοιωτίας».
Σήμερα, 71 χρόνια μετά,  βρισκόμαστε όλοι εδώ – με αισθήματα σεβασμού και ευγνωμοσύνης- για να θυμηθούν οι ηλικιωμένοι οι οποίοι βίωσαν τα δραματικά γεγονότα και βρίσκονται σήμερα εδώ, ανάμεσά μας. Βρισκόμαστε εδώ για να γνωρίσουν οι νεότεροι  το σημαντικότερο ίσως κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας του χωριού μας και της Ιεράς μονής Οσίου Λουκά.  Να γνωρίσουν τα όσα συνέβησαν, να κατανοήσουν την ιστορία και να εκτιμήσουν την αξία του υπέρτατου αγαθού της ελευθερίας, η οποία ποτέ και για κανέναν λαό, δεν υπήρξε δεδομένη κι αυτονόητη. Τιμή και μνήμη λοιπόν στην ιστορική πραγματικότητα. Η ιστορική μνήμη είναι θύμηση για τους παλιούς και μάθηση για τους νέους. Στόχος της σημερινής εκδήλωσης είναι να κρατήσει ζωντανά τα γεγονότα και τη σημασία τους, παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.
 Βρισκόμαστε εδώ για να τιμήσουμε επίσης όσους συγχωριανούς μας σκοτώθηκαν σε πολλές μάχες την περίοδο 1940-1944 από τους κατακτητές.  Ο ελληνικός λαός πολέμησε με το αίμα του το ναζισμό και τον φασισμό, κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάει κανείς μας. Τιμούμε όμως επίσης τους εναπομείναντες κατοίκους που έσφιξαν τα δόντια και με τεράστια ψυχικά αποθέματα, πάλεψαν μεταπολεμικά για να μπορέσουν να φέρουν την προκοπή και την περηφάνια σε αυτόν εδώ τον τόπο.
Φτάνοντας στο τέλος, θα μου επιτρέψετε να πω δυο λόγια για την σημερινή πρωτοβουλία των φορέων του Στειρίου. Είναι μια σημαντική πρωτοβουλία, που αξίζει πολλά. Όχι μόνο γιατί αποκαθιστά μια παράλειψη 71 χρόνων. Αλλά γιατί σε μια εποχή πνευματικής ξηρασίας και σιωπής, στην εποχή του ατομικισμού, σε μια περίοδο κρίσης,  κρίσης οικονομικής, ηθικής, πολιτιστικής, κρίσης ιδανικών,αξιών και προτύπων, έγινε μια προσπάθεια να γυρίσουμε πίσω στις αστείρευτες πηγές της πλούσιας ιστορίας  του χωριού μας.
Κοινή πίστη όλων όσων σχεδιάσαμε την σημερινή εκδήλωση μνήμης, είναι ότι –έστω και 71 χρόνια μετά-, κανένα γεγονός της περιόδου εκείνης δεν θα πρέπει να μένει στο σκοτάδι. Ζούμε σε μια από τις μαρτυρικότερες περιοχές της Ελλάδας. Και ακόμα και η πιο μικρή πράξη βαρβαρότητας των γερμανικών στρατευμάτων στα χωριά μας θα πρέπει να γίνει γνωστή. Μόνο έτσι θα φωτιστεί ολόπλευρα και θα τονιστεί το μέγεθος των φρικαλεοτήτων των Ναζί στην περιοχή μας.

Δε νομίζω ότι θα μπορούσα να πω κάτι περισσότερο κλείνοντας, πέρα από τη γνωστή ρήση του Ισπανού φιλοσόφου George Santayana: «Όποιος ξεχνάει την ιστορία του είναι υποχρεωμένος να την ξαναζήσει» 

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και που μας τιμήσατε με την παρουσία σας.


Μαρία Ι. Κουσκούκη

 
Φιλόλογος – Υποψήφια διδάκτορας Α.Π.Θ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου